Ο σχεδιασµός του προγράµµατος αερόβιας άσκησης καθορίζεται µέσα από την ένταση, τη συχνότητα και τη διάρκεια της άσκησης που συχνά αναφέρονται και ως προπονητική επιβάρυνση. Η επιβάρυνση πρέπει να προκαλέσει µία θετική προσαρµογή στον οργανισµό και βελτίωση της απόδοσης.

Παρόλα αυτά, η υπερβολική επιβάρυνση µπορεί να οδηγήσει σε µείωση της απόδοσης και υπερκόπωση. Επίσης, η µειωµένη σε σχέση µε την απαιτούµενη επιβάρυνση, µπορεί να φανεί αναποτελεσµατική, όσον αφορά τις προσαρµογές που θέλουµε να επιτύχουµε. Άρα, αυτή η επιβάρυνση πρέπει να κυµαίνεται σε συγκεκριµένο εύρος µε ανώτερα και κατώτερα όρια.

Από τις τρεις παραµέτρους της προπονητικής επιβάρυνσης είναι σχετικά εύκολο να παρακολουθήσουµε την διάρκεια και τη συχνότητα της προπόνησης. Για την ένταση της άσκησης έχουν αναπτυχθεί διάφορες µέθοδοι παρακολούθησής της, οι οποίες βασίζονται τόσο στην ακρίβεια του καθορισµού των µετρήσιµων µονάδων έντασης, όσο και στην πρακτικότητα ή ευκολία εφαρµογής αυτών των µεθόδων. Η ένταση της άσκησης ορίζεται συνήθως ως η ποσότητα της ενέργειας που δαπανάται ανά λεπτό άσκησης για την εκτέλεση µίας συγκεκριµένης άσκησης.

Παρόλα αυτά, η συγκεκριµένη µέθοδος είναι δύσκολα εφαρµόσιµη εκτός εργαστηρίου. Για τον καθορισµό της έντασης στο γήπεδο ή το γυµναστήριο έχουν αναπτυχθεί άλλες µεθοδολογίες. Η ταχύτητα, για παράδειγµα, µπορεί να χρησιµοποιηθεί σε διάφορα είδη άσκησης, όπως η κολύµβηση ή το τρέξιµο. Σε άλλες δραστηριότητες, η ταχύτητα δεν αντανακλά πάντα την ένταση της δραστηριότητας όπως π.χ. στο σκι ή την ποδηλασία όπου η σχέση έντασης-ταχύτητας επηρεάζεται από παράγοντες όπως η επιφάνεια και οι περιβαντολλογικές συνθήκες.

Η σχέση καρδιακής συχνότητας (ΚΣ) και κατανάλωσης οξυγόνου (VO2) είναι γραµµική στο µεγαλύτερο εύρος υποµέγιστων εντάσεων άσκησης. Έτσι, αν καθορίσουµε τη σχέση ΚΣ και VO2, η ΚΣ µπορεί να χρησιµοποιηθεί για να υπολογίσουµε τη VO2 δίνοντας ένα καλό µέτρο έντασης της άσκησης που εκτελείται. Οι φορητοί ασύρµατοι παλµογράφοι ΠΚΣ προσφέρουν µία πολύ εύχρηστη µέθοδο παρακολούθησης της έντασης της άσκησης υπό διάφορες µη-εργαστηριακές συνθήκες, αφού είναι εύκολη η χρήση τους ενώ οι ενδείξεις τους είναι σταθερές και ακριβείς κατά τη διάρκεια της άσκησης.

Οι ασκούµενοι, αθλητές και µη, µπορούν εύκολα να προσαρµόσουν την ταχύτητά τους για να βρίσκονται στην επιθυµητή ένταση, µε βάση την καρδιακή τους συχνότητα. Σε γενικές γραµµές, η ΠΚΣ µέσω παλµογράφων µπορεί να βοηθήσει σηµαντικά στην αξιολόγηση της έντασης της άσκησης, σε µία δεδοµένη στιγµή, κατά τη διάρκεια εκτέλεσής της µε βάση τη σχέση της καρδιακής συχνότητας µε τη VO2.